Share the post "Σχέσεις εξάρτησης: όταν η θεωρούμενη αγάπη είναι στην ουσία εξάρτηση"
Σχέσεις εξάρτησης: γενικά
Στις σχέσεις που δημιουργούμε δοκιμάζεται πάντα η δυνατότητα του καθενός μας να μπορεί να μοιράζεται ανυστερόβουλα και γενναιόδωρα, να μπορεί να μπαίνει στη θέση του Άλλου, κατανοώντας τις ανάγκες, τα συναισθήματα και τις προθέσεις του και, τέλος, να μπορεί να συγχωρεί τόσο τον Άλλον όσο και τον ίδιο του τον Εαυτό για τυχόν παραλείψεις, λάθη ή υπερβολές. Ισορροπημένη σχέση που βασίζεται στην αμοιβαιότητα σημαίνει, επίσης, συνεργασία και κάποιους απαραίτητους συμβιβασμούς ή προσαρμογές και από τους δύο συντρόφους που να αποβλέπουν στο κοινό τους «ευ ζην».
Όταν μιλάμε για σχέσεις εξάρτησης, αναφερόμαστε συνήθως σε σχέσεις που, σε μεγάλο βαθμό, είναι καταστροφικές και για τα δύο μέρη. Στις σχέσεις αυτές, ο ένας «διψά» κυριολεκτικά για αγάπη, και το δείχνει με κάθε τρόπο, ενώ ο άλλος αποφεύγει, όπως ο διάολος το λιβάνι, κάθε είδους συναισθηματική εξάρτηση, φαινομενικά τουλάχιστον.
Τα άτομα αυτά -αν και με τόσο διαφορετικά εκφραζόμενες συναισθηματικές ανάγκες- έλκονται πολύ συχνά το ένα από το άλλο, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας ιδιαίτερα σφοδρής και κεραυνοβόλας ερωτικής σχέσης. Μοιάζει σαν να έχουν κυριολεκτικά βρει ο ένας στον άλλον όλα όσα έλειπαν στον καθένα τους ξεχωριστά, πράγμα που τους δημιουργεί, αρχικά, μια αίσθηση απόλυτης πληρότητας ή πως έχουν επιτέλους βρει «το άλλο τους μισό».
Όλα αυτά, όμως, δεν είναι παρά μόνο μια αρχική αίσθηση. Οι σχέσεις αυτές είναι από την αρχή καταδικασμένες. Πολύ σύντομα, αρχίζουν να εμφανίζονται οι πρώτες δυσκολίες και ματαιώσεις. Όσο προβληματικότερη είναι η σχέση τόσο μεγαλύτερη και η ανάγκη των δύο εμπλεκομένων να την ελέγξουν, να καταφέρουν να την αλλάξουν, να εισπράξουν κάποια στιγμή την αγάπη που τόσο λαχταρούν, μετατρέποντας την απόσταση σε εγγύτητα και το συναισθηματικό μονόδρομο σε λεωφόρο συναισθηματικής αμοιβαιότητας…
Συνήθως, οι γυναίκες είναι ευαλωτότερες -και άρα πιο επιρρεπείς- σε τέτοιου είδους σχέσεις. Σε μια πρώτη ανάγνωση, αυτό οφείλεται -πέραν των όποιων προσωπικών βιωμάτων της κάθε μίας- ενδεχομένως και στην τυπική και έμφυτη, σε μεγάλο βαθμό, ανάγκη των γυναικών να φροντίζουν «άσωτους υιούς» και «απολωλότα πρόβατα»…
Έτσι, λοιπόν, συνεχίζουν να ανέχονται την όποια έλλειψη συναισθηματικής αμοιβαιότητας, φροντίζοντας όλο και περισσότερο και ελπίζοντας σε μια συναισθηματική δικαίωση που ποτέ δεν πρόκειται να έρθει…
Όταν η αγάπη γίνεται ταυτόσημη με τον πόνο και τη συνεχή ματαίωση, τότε δεν πρόκειται για αγάπη αλλά για ΕΞΑΡΤΗΣΗ…
Η σημασία των πρώιμων σχέσεων δεσμού
Υπάρχουν άτομα που διαθέτουν την ικανότητα να δημιουργούν και να διατηρούν ισορροπημένες συναισθηματικές σχέσεις, ενώ κάποια άλλα όχι. Η ικανότητα αυτή οφείλεται, κατά το μεγαλύτερό της μέρος, στο είδος της σχέσης δεσμού που βίωσε ο καθένας μας ως παιδί με αυτούς που μας φρόντισαν, δηλαδή, κατά κύριο λόγο, τους γονείς μας. Με άλλα λόγια, μαθαίνουμε να δημιουργούμε σχέσεις μέσα από τις προσωπικές μας εμπειρίες. Το άτομο ή τα άτομα που μας φροντίζουν όταν γεννιόμαστε είναι, αλλά και τα βιώνουμε ως τέτοια, ό,τι σημαντικότερο υπάρχει στη ζωή μας, από τη στιγμή που είμαστε απόλυτα εξαρτημένοι από αυτά για τη βιολογική και ψυχολογική μας επιβίωση.
Έχει αποδειχθεί πως έχουμε την τάση να εξελίσσουμε και να επαναλαμβάνουμε, στο υπόλοιπο της ζωή μας, το είδος της σχέσης που βιώσαμε με τους πρωταρχικούς μας φροντιστές. Οι πρωταρχικές σχέσεις αυτού του είδους ονομάζονται «σχέσεις δεσμού» και γίνονται διακριτές, με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια, στις σημαντικότερες σχέσεις της ενήλικης ζωής μας και σε καταστάσεις όπου υπάρχει μεγάλο συναισθηματικό διακύβευμα.
Αυτά τα σχήματα σχέσεων δεσμού εξελίσσονται κυρίως στη διάρκεια των δύο πρώτων χρόνων της ζωής αλλά μπορούν να τροποποιηθούν και να διαφοροποιηθούν από προστιθέμενες εμπειρίες στο υπόλοιπο διάστημα της ψυχοσυναισθηματικής μας εξέλιξης μέχρι την ενηλικίωση. Παρόλο που είναι αρκετά σταθερές στην διάρκεια της ενήλικης ζωής, συνεχίζει να υπάρχει η δυνατότητα τροποποίησης και εξέλιξής τους, κυρίως διαμέσου μιας ψυχοθεραπευτικής/ψυχαναλυτικής παρέμβασης. Στη διάρκεια της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας και μέσα από τη δημιουργία μιας νέας σχέσης δεσμού με τον θεραπευτή/ψυχαναλυτή -ο οποίος θα λειτουργήσει ως η ασφαλής βάση που έλειψε από τη ζωή του θεραπευομένου- θα αλλάξει τους υποσυνείδητους κανόνες που καθορίζουν το τι το άτομο επιτρέπει στον εαυτό του να σκεφθεί, να αισθανθεί, να θυμηθεί ή να πράξει.
Σχέσεις εξάρτησης
Ο φόβος του να μη μας αγαπούν
Ο μεγαλύτερος πρωταρχικός φόβος του παιδιού -και στη συνέχεια του ενήλικου ατόμου που ποτέ δεν ένιωσε, ως παιδί, τη βεβαιότητα πως αγαπήθηκε για αυτό που πραγματικά είναι, χωρίς προϋποθέσεις και προαπαιτούμενα- είναι ο φόβος να μην έχει ή μήπως τυχόν χάσει την αγάπη αυτών με τους οποίους έχει μια ιδιαίτερα στενή συναισθηματική σχέση.
Εάν κάποιος είχε, ως παιδί, ανάλογες εμπειρίες και συναισθηματικές κυρίως ματαιώσεις, αυτό έχει συνήθως ως αποτέλεσμα την υποσυνείδητη επανάληψη ή επαναδημιουργία ανάλογων σεναρίων και ματαιωτικών σχέσεων που το άτομο θέλει να ελπίζει πως ίσως ευοδωθούν τη φορά αυτή στο παρόν. Για τα άτομα αυτά, δεν νοείται σχέση αγάπης χωρίς πόνο, ματαίωση και συνεχείς παροχές προς αυτόν του οποίου την αγάπη έχουν απόλυτη ανάγκη για να νιώσουν πως έχουν οι ίδιοι κάποια αξία ως Άνθρωποι…
Όσο παράδοξο και αν φαίνεται, αυτού του είδους οι σχέσεις δημιουργούν -σε όσους έχουν βιώσει κάτι ανάλογο- μια αίσθηση ασφάλειας καθώς πρόκειται για κάτι γνώριμο και οικείο. Όσο μεγαλύτερη είναι η ανάγκη κάποιου για συναισθηματική επιβεβαίωση τόσο μεγαλύτερη και η ένταση του πάθους, του «έρωτα», της διαστρέβλωσης του πραγματικού Άλλου και, τελικά, της εξάρτησης…
Η εξάρτηση αυτή τροφοδοτείται από την υποσυνείδητη προσδοκία και ελπίδα -που παρακάμπτουν την πραγματικότητα ή την ερμηνεύουν κατά το δοκούν- πως όλα κάποια στιγμή θα αλλάξουν και θα εισπράξουν επιτέλους την αγάπη που τόσο ανάγκη έχουν. Όμως, αυτή η εστίαση στον Άλλον είναι ταυτόχρονα και μία μορφή άμυνας καθώς διευκολύνει το άτομο να παρακάμπτει και να παραβλέπει τις δικές του ψυχικές λαβωματιές και τα υπαρξιακά του αδιέξοδα…
Τα άτομα αυτά, αν τύχει και συναντήσουν ένα σύντροφο που τους δείξει απεριόριστη αγάπη, ενδιαφέρον, έγνοια και επιβεβαίωση -δηλαδή, όλα αυτά χάρη των οποίων στην ουσία υποτίθεται πως υπομένουν όλα τα δεινά της εξαρτητικής σχέσης τους- βαριούνται και δεν βρίσκουν κανένα ενδιαφέρον ή ιδιαίτερο πάθος . Ο ψυχικός τους δέκτης αδυνατεί να συλλάβει τέτοια μήκη κύματος…

Αυτοί που εκλιπαρούν για αγάπη
Τα άτομα αυτά διακατέχονται από έναν εντονότατο φόβο να μείνουν μόνα, κάτι που, με τη σειρά του, πυροδοτεί στις σχέσεις τους φόβο και διαρκή αγωνία εγκατάλειψης. Αυτός ο φόβος εγκατάλειψης πηγάζει, συνήθως, από μια αίσθηση των παιδικών βιωμάτων των ατόμων αυτών πως δεν ήταν οι προσωπικές τους συναισθηματικές ανάγκες για εγγύτητα και ασφάλεια που καθόριζαν τη σχέση τους με τους γονείς αλλά η κυμαινόμενη και αμφιθυμική διάθεση των τελευταίων να ανταποκρίνονται στις συναισθηματικές ανάγκες του παιδιού τους όταν αυτό τους έχει ανάγκη.
Η συναισθηματική αυτή αβεβαιότητα είναι που προκαλεί τόσο έντονο άγχος αποχωρισμού και φόβο, κάνοντας ταυτόχρονα τα άτομα αυτά να καθοδηγούνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τα συναισθήματά τους. Ως ενήλικες, θεωρούνται συχνά από τους άλλους ως άτομα με πρόσβαση στα συναισθήματά τους. Στις στενές συναισθηματικές τους σχέσεις, όμως, πνίγουν, τρομοκρατούν και διώχνουν μερικές φορές τους άλλους εξαιτίας της τεράστιας ανάγκης τους για εγγύτητα και συνεχή συναισθηματική επιβεβαίωση.
Οι παραπάνω λόγοι οδηγούν ένα άτομο με ανάλογες εμπειρίες να μη μπορεί να πιστέψει, όταν βρίσκεται σε μία ερωτική σχέση, πως είναι αντάξιο της αγάπης του συντρόφου του. Η πεποίθησή του αυτή είναι που δημιουργεί την απεγνωσμένη ανάγκη του για συνεχείς εκδηλώσεις και αποδείξεις της αγάπης του Άλλου. Συχνά, ακόμα και τα λίγα ψίχουλα αγάπης ή έγνοιας που εισπράττουν υπερμεγεθύνονται και αρκούν -τουλάχιστον παροδικά- για να τους κάνουν να νιώσουν πως αξίζουν κάτι.
Η συντήρηση του μύθου της εξιδανίκευσης του Άλλου, ως αυτού που θα προσφέρει τελικά όλα όσα έχει στερηθεί το άτομο στη ζωή του, απαιτεί τεράστια επένδυση ενέργειας σε κάτι που στην ουσία δεν είναι παρά μια μόνο «φούσκα» που κάποια στιγμή σίγουρα θα σπάσει, διαλύοντας κάθε ψευδαίσθηση και βυθίζοντας το άτομο σε απόγνωση, απελπισία και, για μία ακόμα φορά, στην επιβεβαίωση πως δεν αξίζει να αγαπηθεί.
Συντροφικές σχέσεις
Αυτοί που αποφεύγουν την αγάπη και κάθε συναισθηματική εγγύτητα
Τα άτομα αυτά, ως παιδιά, δεν βρήκαν ανταπόκριση από τους γονείς τους όταν είχαν ανάγκη από παρηγοριά, εγγύτητα, αγάπη και στήριξη, κάτι που τα έκανε να νιώσουν αποδιωγμένα τη στιγμή που χρειάζονταν όσο τίποτα άλλο τον αγαπημένο τους γονιό. Αυτό το είδος συναισθηματικού κλίματος, στη σχέση τους με τους γονείς, δημιούργησε έναν τεράστιο φόβο για οποιασδήποτε μορφής συναισθηματική εγγύτητα και σε μια άγνοια για τον τρόπο διαχείρισης μιας άμεσης συναισθηματικής προσέγγισης από ή προς κάποιον.
Τα άτομα αυτά έχουν συχνά μια έντονα κλειστοφοβική αίσθηση απέναντι σε κάθε είδους συναισθηματική εξάρτηση ή άμεση προσέγγιση του συντρόφου τους. Η ανάγκη τους για συναισθηματική εγγύτητα είναι τεράστια αλλά ξυπνά εντός τους τον ακόμα εντονότερο πόνο τους από τη ματαίωση παλαιότερων ανάλογων δικών τους προσεγγίσεων και, ως εκ τούτου, τον τρόμο μήπως αυτό επαναληφθεί. Η συνθήκη αυτή έχει ως αποτέλεσμα τα άτομα αυτά να θέλουν ή να μπορούν να προσεγγίζουν τον Άλλον μόνο με δική τους πρωτοβουλία και με τους δικούς τους όρους ώστε να έχουν τον απόλυτο έλεγχο της κατάστασης.
Παράλληλα, όμως, τα άτομα αυτά διακατέχονται και από έναν έντονο φόβο μοναξιάς που, σε συνδυασμό με τον εξίσου έντονο φόβο τους για συναισθηματική εγγύτητα και εξάρτηση, κάνει την ερωτική σχέση μαζί τους σαν το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι, όπου πλησιάζουν τον Άλλον όταν αυτός, δηλαδή ο εξαρτημένος, φαίνεται να απομακρύνεται, απομακρύνονται όταν ο Άλλος ξαναπλησιάζει κ.τ.λ.
Αυτή η ταυτόχρονη ύπαρξη, αφενός, μιας τεράστιας ανάγκης αίσθησης ελευθερίας χωρίς κανενός είδους συναισθηματική εξάρτηση και, αφετέρου, ενός τεράστιου φόβου μοναξιάς δημιουργεί στα άτομα αυτά σύγχυση. Συνήθως, στο ξεκίνημα μιας σχέσης, προσπαθούν να εκτιμήσουν με τη λογική τους κατά πόσο το άτομο που έχουν γνωρίσει μπορεί να είναι μία καλή ή ένας καλός σύντροφος για αυτούς παρά να νιώσουν.
Κρατούν πάντα το σύντροφό τους σε κάποια απόσταση και τους είναι απαραίτητο να νιώθουν πως έχουν πάντα μια διέξοδο διαφυγής. Η δυσκολία τους να βάζουν όρια και να λένε «όχι», σε συνδυασμό με την άγνοια που έχουν για το ποιες είναι οι βασικές τους ανάγκες ώστε να τις φροντίσουν, έχει ως αποτέλεσμα να νιώσουν ξαφνικά πως «πνίγονται» και να κάνουν πολύ ακραίες και σπασμωδικές απόπειρες αυτονόμησης και αποστασιοποίησης.
Μία σχέση ανάμεσα σε ένα τέτοιο άτομο και ένα εξαρτητικό άτομο που εκλιπαρεί για αγάπη αποτελεί μείγμα ιδιαίτερα εκρηκτικό καθώς οι συναισθηματικές τους ανάγκες εκφράζονται συνήθως αντιστρόφως ανάλογα, αν και κατά βάση είναι οι ίδιες. Και οι δύο λαχταρούν όσο τίποτα άλλο να αγαπηθούν. Ο ένας, όμως, το εκφράζει διαμέσου μιας υπερβολικής προσέγγισης ώστε να εκμηδενιστεί -αν είναι δυνατόν- κάθε απόσταση, ο δε άλλος προσπαθώντας να δημιουργήσει πάση θυσία μια απόσταση ασφαλείας.
Διαπροσωπικές σχέσεις
Επίλογος
Η συμμετοχή σε μια τέτοιου είδους σχέση είναι φοβερά εξουθενωτική και για τους δύο συντρόφους. Αυτό που χαρακτηρίζει και καθορίζει τη σχέση είναι ο φόβος, και ο φόβος δεν είναι δυνατόν να συνυπάρχει με την αγάπη. Για το λόγο αυτό, η θεωρούμενη αγάπη δεν είναι τίποτα άλλο παρά εξάρτηση. Όταν μια ενήλικη σχέση δεν βασίζεται στην ελεύθερη βούληση των δύο συντρόφων, τότε δεν μιλάμε για μια σχέση ισότιμη, αβίαστη και ελεύθερη -όπου τα δύο διαφορετικά «εγώ» ανθίζουν το ένα δίπλα στο άλλο- αλλά για μια σχέση εξάρτησης, φόβου και απόγνωσης όπου τα δύο ξεχωριστά «εγώ» συρρικνώνονται, μαραζώνουν ή αφανίζονται μέσα σε ένα αδιέξοδο, καταναγκαστικό και αδιαφοροποίητο «εμείς».
Οι σχέσεις εξάρτησης αποτελούν μια επανάληψη του συναισθηματικού κλίματος και της πραγματικότητας των παιδικών μας χρόνων και βιωμάτων και -αν δεν διευρυνθεί η αυτογνωσία μας διαμέσου μιας ψυχοθεραπευτικής προσπάθειας- η πιθανότητα να προκαλέσουμε άθελά μας ανάλογες συνθήκες και σχέσεις και με τα δικά μας παιδιά (στη συνέχεια, αυτά με τα δικά τους, και πάει λέγοντας) είναι πολύ μεγάλη…
Η εξάρτηση αυτή μπορεί να προσλάβει διάφορες μορφές, όπως εθισμό στο αλκοόλ, σε διάφορες ουσίες, στο τζόγο κ.ά. Όταν κάποτε είπα σε έναν νεαρό άνδρα που παρακολουθούσα, και που είχε σοβαρότατο πρόβλημα εξάρτησης από το αλκοόλ, πως «Το μπουκάλι αλκοόλ όχι μόνο δεν πρόκειται ποτέ να σε εγκαταλείψει, όπως ίσως ένα άτομο με το οποίο θα αποτολμούσες να δεθείς συναισθηματικά, αλλά σου δίνει και μια (ψευδ)αίσθηση παρηγοριάς, ανακούφισης και συνύπαρξης που τόσο έχεις ανάγκη αλλά και που ταυτόχρονα φοβάσαι», πάγωσε και από τα μάτια του άρχισαν να κυλούν δάκρυα που μετατράπηκαν σύντομα σε έντονους λυγμούς…
ΥΓ. Το άρθρο αυτό γράφηκε με αφορμή τους στίχους ενός πασίγνωστου ρεμπέτικου τραγουδιού που άκουγα πριν από μερικές μέρες, μετά από ένα υπέροχο μεσημεριανό γεύμα με τσιπουράκι και καλό κρασάκι μπροστά στο απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου.
Ο τίτλος του τραγουδιού είναι «Λίγα ψίχουλα αγάπης», σε πρώτη εκτέλεση από τους Στ. Τζουανάκο και Έφη Νερούτσου, αλλά που το τραγούδησαν και τόσοι άλλοι όπως η αείμνηστη και μοναδική Σωτηρία Μπέλλου.
«…Λίγα ψίχουλα αγάπης σου γυρεύω
κι ως την άλλη μου ζωή θα σε λατρεύω.
Αυτά τα λίγα ψίχουλα κι αν θα μου τάξεις
σου τα πληρώνω με οποιαδήποτε τιμή
και θα τα πάρω κι αν ακόμα τα πετάξεις
όπως πετάνε σ’ ένα σκύλο το ψωμί»…
Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου…
Dr. Σάββας Ν. Σαλπιστής, M.Sc., Ph.D.
Κλινικός Ψυχολόγος Πανεπιστημίου Στοκχόλμης ενηλίκων και παίδων
Διπλωματούχος Ψυχοθεραπευτής
Βασιλικού Ιατροχειρουργικού Ινστιτούτου Karolinska Στοκχόλμης
Για την υπηρεσία online ψυχολόγος (online συνεδρίες) κάντε κλικ ΕΔΩ
Για ραντεβού στο γραφείο του Σάββα Ν. Σαλπιστή Ph.D. κάντε κλικ ΕΔΩ
Ψυχολόγος Θεσσαλονίκη , Ψυχολόγοι Θεσσαλονίκη , Ψυχολόγος Θεσσαλονίκη κέντρο , Ψυχολόγοι Θεσσαλονίκη κέντρο , Ψυχολόγος Online , Ατομική ψυχοθεραπεία , Θεραπεία ζεύγους , Θεραπεία ζεύγους θεσσαλονίκη, Θεραπεία παιδιών και εφήβων , Συμβουλευτικές συνεδρίες Θεσσαλονίκη, Συμβουλευτικές συνεδρίες
[…] Πηγή: https://www.i-psyxologos.gr/sxeseis-exartisi/ […]
[…] Πηγή […]