Τηλεφωνο

Τηλέφωνο επικοινωνίας : 2310.23.45.87

Email

salpistis@i-psyxologos.gr

Διεύθυνση γραφείου

Διεύθυνση γραφείου: Πατριάρχου Ιωακείμ 10, Θεσσαλονίκη (κέντρο)

 Όταν η βεβαιότητα γίνεται ψευδαίσθηση ασφαλείας

Η ανάγκη μας να ελέγχουμε τα πράγματα γύρω μας δεν είναι απλώς ένα χαρακτηριστικό προσωπικότητας. Είναι ένας υπαρξιακός μηχανισμός καθησυχασμού απέναντι στην απειλή του άγνωστου. Από τις μικρές καθημερινές μας συνήθειες μέχρι τα μεγάλα μας σχέδια, προσπαθούμε να οργανώσουμε τον κόσμο με τρόπο που να μας φαίνεται προβλέψιμος. Δεν το κάνουμε γιατί έχουμε πάντα τη δύναμη να τον επηρεάσουμε· το κάνουμε γιατί θέλουμε να νιώθουμε ότι μπορούμε.

Το πρόβλημα ξεκινά όταν αυτή η ανάγκη μετατρέπεται σε ψευδαίσθηση. Όταν δεν μπορούμε να ανεχτούμε την αβεβαιότητα, τότε χτίζουμε γύρω μας έναν φανταστικό κόσμο προβλεψιμότητας — και τον συγχέουμε με την πραγματικότητα. Νομίζουμε ότι αν προνοήσουμε για κάθε πιθανό ενδεχόμενο, θα αποτρέψουμε τον πόνο, την απώλεια, την απογοήτευση. Νομίζουμε ότι αν κρατάμε τους ανθρώπους και τις καταστάσεις υπό έλεγχο, θα είμαστε ασφαλείς.

Αυτή η ψευδής αίσθηση ελέγχου γίνεται ένας τρόπος να ηρεμούμε τον εαυτό μας. Μπορεί να εκφράζεται μέσα από την τελειομανία, την εμμονή με τα χρονοδιαγράμματα, την ανάγκη να γνωρίζουμε τα πάντα εκ των προτέρων. Πολλοί από εμάς μπαίνουμε σε σχέσεις μόνο αν έχουμε ήδη σιγουρευτεί πως δεν θα πονέσουμε. Κάνουμε επιλογές που είναι “σίγουρες” — ακόμη κι αν δεν μας εκφράζουν. Και αποφεύγουμε κάθε ρίσκο, όχι επειδή δεν το αντέχουμε, αλλά επειδή δεν αντέχουμε την αβεβαιότητα που το συνοδεύει.

Σε μια κοινωνία που μας εκπαιδεύει να “προγραμματίζουμε το μέλλον” και να “έχουμε τον έλεγχο της ζωής μας”, η ιδέα ότι πολλά πράγματα είναι απρόβλεπτα μοιάζει σχεδόν επικίνδυνη. Κι όμως, είναι η πιο βαθιά αλήθεια: η ζωή δεν ελέγχεται. Ό,τι κι αν κάνουμε, υπάρχει πάντα ο απρόβλεπτος παράγοντας — η σύμπτωση, η απώλεια, η αλλαγή, ο αστάθμητος ανθρώπινος παράγοντας.

Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να παραδοθούμε στο χάος. Αλλά ίσως χρειάζεται να αναγνωρίσουμε ότι ο έλεγχος που αναζητούμε δεν είναι πάντα ρεαλιστικός — και πολύ συχνά είναι προϊόν του φόβου μας να ζήσουμε χωρίς δίχτυ ασφαλείας. Εκεί ξεκινά η αληθινή διερεύνηση του εαυτού: όχι στο πώς να τα προβλέπουμε όλα, αλλά στο πώς να αντέχουμε όταν δεν μπορούμε να τα προβλέψουμε.

Ανάγκη ελέγχου

Ο έλεγχος ως άμυνα απέναντι στο άγνωστο

Αν μπορούσαμε να δούμε κάτω από την επιφάνεια της ανάγκης για έλεγχο, θα βρίσκαμε συχνά ένα παιδί που φοβήθηκε. Ένα παιδί που μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον απρόβλεπτο, όπου δεν ήξερε πότε θα έρθει η τιμωρία, πότε η έγκριση, πότε η απόρριψη. Πολλοί ενήλικες που αναζητούν τον πλήρη έλεγχο των καταστάσεων, κατά βάθος προσπαθούν να ξαναφτιάξουν εκείνη την εσωτερική αίσθηση ασφάλειας που κάποτε τους έλειψε.

Στην ψυχοδυναμική θεώρηση, ο έλεγχος συχνά λειτουργεί ως αμυντικός μηχανισμός απέναντι στο άγνωστο, στην απώλεια και στον θάνατο. Δεν είναι μόνο ότι θέλουμε να ξέρουμε τι θα συμβεί — είναι ότι δεν αντέχουμε να μη γνωρίζουμε. Η αβεβαιότητα γίνεται απειλή για την ψυχική μας συνοχή. Και έτσι αναπτύσσουμε στρατηγικές: οργανώνουμε τα πάντα, αναλύουμε υπερβολικά, αποφεύγουμε το αυθόρμητο. Πολλές φορές, χτίζουμε σχέσεις που μοιάζουν με συμφωνίες ελέγχου και όχι με ζωντανές συνδέσεις.

Ένας άντρας που γνώρισα σε θεραπεία, μου είπε κάποτε: «Προτιμώ να μην ερωτευτώ καθόλου, παρά να χάσω τον έλεγχο του εαυτού μου». Αυτή η φράση συμπυκνώνει μια υπαρξιακή αλήθεια: ο έρωτας, η αγάπη, η δημιουργία, όλα όσα δίνουν βάθος στη ζωή, απαιτούν να αφήσουμε κάτι — και κυρίως τον έλεγχο. Και αυτό μας τρομάζει.

Η ανάγκη για έλεγχο δεν είναι πάντα συνειδητή. Μπορεί να εκδηλωθεί μέσα από τον τρόπο που μιλάμε στους άλλους, που επιλέγουμε δουλειές “σταθερές” αλλά άψυχες, που προγραμματίζουμε τη ζωή μας μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια. Όμως, κάτω από αυτή τη συμπεριφορά κρύβεται συχνά ο φόβος του πόνου, της απώλειας, της αποκάλυψης του ευάλωτου εαυτού.

Είναι σημαντικό να καταλάβουμε πως ο έλεγχος δεν είναι κακός καθαυτό. Χρειαζόμαστε δομές, πλάνα, συνέπεια. Το πρόβλημα εμφανίζεται όταν ο έλεγχος γίνεται το μόνο εργαλείο που έχουμε για να αντέξουμε τη ζωή. Τότε, δεν ζούμε

 

Η πρόβλεψη ως παρηγοριά και ως παγίδα     

Μία από τις πιο ύπουλες πτυχές της ψευδούς αίσθησης ελέγχου είναι η τάση μας να πιστεύουμε ότι, αν προβλέψουμε κάτι, το έχουμε ήδη με κάποιον τρόπο ελέγξει. Σχεδιάζουμε, αναλύουμε, φανταζόμαστε όλα τα πιθανά σενάρια, όχι απλώς για να είμαστε προετοιμασμένοι, αλλά για να καθησυχαστούμε. Και αυτή η πρόβλεψη λειτουργεί σαν ναρκοπέδιο: όσο περισσότερο επενδύουμε σε αυτήν, τόσο λιγότερο μπορούμε να αντέξουμε όταν κάτι πάει αλλιώς.

Η πρόβλεψη μάς παρηγορεί γιατί μας δίνει την ψευδαίσθηση ότι δεν θα πονέσουμε. Αν “δούμε από πριν” ποιος θα μας προδώσει, νομίζουμε ότι θα αποφύγουμε την πληγή. Αν προβλέψουμε την αποτυχία, νομίζουμε ότι θα την εξουδετερώσουμε. Γινόμαστε στρατηγοί της καθημερινότητας, αλλά χάνουμε την ικανότητα να ζούμε το παρόν, να εκπλησσόμαστε, να παραδινόμαστε.

Η ανάγκη για πρόβλεψη γίνεται ακόμα πιο έντονη όταν έχουμε βιώσει τραυματικές εμπειρίες. Ένας άνθρωπος που έχει νιώσει να καταρρέει το έδαφος κάτω από τα πόδια του — μετά από μια απώλεια, μια απόρριψη, μια σοβαρή ασθένεια — αναπτύσσει συχνά υπερβολική επαγρύπνηση. Θέλει να “πιάσει” κάθε σημάδι, να προλάβει κάθε δυσκολία. Όμως αυτός ο ψυχικός μηχανισμός εξουθενώνει. Και, η ειρωνεία είναι, ποτέ δεν λειτουργεί όπως περιμένει: οι απώλειες δεν αποτρέπονται, οι άνθρωποι συνεχίζουν να είναι απρόβλεπτοι, και η ζωή κυλάει έξω από τα σχέδιά μας.

Αυτό δεν σημαίνει πως η πρόβλεψη δεν θα πρέπει να έχει θέση στη ζωή μας. Μια ώριμη στάση ζωής περιλαμβάνει τη φροντίδα, την πρόνοια και την αναγνώριση κινδύνων. Αυτό, όμως, διαφέρει από τη μόνιμη και συστηματική ανάγκη πρόβλεψης στο εξής: η ώριμη στάση συνοδεύεται από αποδοχή πως κάποια πράγματα θα μείνουν έξω από τον έλεγχό μας. Η δεύτερη βασίζεται στην αυταπάτη πως όλα μπορούν να τιθασευτούν.

Όταν ζούμε προσπαθώντας διαρκώς να προλάβουμε τα πάντα, δεν ζούμε,  προστατευόμαστε από την ίδια τη ζωή. Και αυτό, όσο κι αν μοιάζει με ωριμότητα ή σύνεση, στην πραγματικότητα είναι φόβος ντυμένος με ρούχα λογικής. Ένας φόβος που μας στερεί τη δυνατότητα να είμαστε αυθεντικοί, τρυφεροί, παρόντες.

Ψυχαναγκασμoί

 Ο έλεγχος ως ψευδαίσθηση ταυτότητας

Σε πολλές περιπτώσεις, η ανάγκη για έλεγχο δεν αφορά μόνο την ασφάλεια, αλλά έχει σχέση και με την ταυτότητά μας. Ο τρόπος που βλέπουμε τον εαυτό μας διαμορφώνεται συχνά μέσα από την αίσθηση “τα έχω όλα υπό έλεγχο”. Είμαι οργανωμένος, υπεύθυνος, προνοητικός — και άρα είμαι κάποιος. Ο έλεγχος γίνεται μέρος της προσωπικότητας.  Δίχως αυτόν, αισθανόμαστε χαμένοι, ευάλωτοι, διάτρητοι.

Αυτή η σύνδεση του ελέγχου με την ταυτότητα είναι βαθιά ριζωμένη σε πολλές οικογενειακές και κοινωνικές δυναμικές. Πολλοί από εμάς μεγαλώσαμε με την πεποίθηση ότι το να είσαι “καλός” σημαίνει να είσαι ελεγχόμενος. Ότι η αξία σου εξαρτάται από την αυτοπειθαρχία, τη λογική, την ικανότητα να μην ξεφεύγεις από τα όποια όρια. Έτσι, ο έλεγχος δεν είναι απλά ένας μηχανισμός προστασίας — γίνεται ολόκληρη κοσμοθεωρία. Ο τρόπος που σχετιζόμαστε, που δουλεύουμε, που αγαπάμε, που κρίνουμε τον εαυτό μας.

Σε αυτό το πλαίσιο, το χάος δεν είναι απλά ανεπιθύμητο — είναι απειλητικό. Γιατί αν αφήσω τον εαυτό μου να ξεφύγει από το πρόγραμμά του, να νιώσει “παράλογα”, να μην ξέρει τι του συμβαίνει, τότε ποιος είμαι; Αν χάσω τον έλεγχο, χάνω και το πρόσωπο που έχω χτίσει. Και μαζί του, τη συναισθηματική μου σταθερότητα και συνοχή.

Ένας τέτοιος εσωτερικός κόσμος δεν επιτρέπει εύκολα την αυθόρμητη συγκίνηση, το γέλιο, το παράλογο, την παραίτηση από το “πρέπει”. Δεν επιτρέπει την αδυναμία. Κι όμως, είναι ακριβώς η αποδοχή της αδυναμίας που μπορεί να οδηγήσει σε πραγματική οικειότητα όχι μόνο με τους άλλους, αλλά και με εμάς τους ίδιους.

Το να πάψει κάποιος να ταυτίζει τον έλεγχο με την αξία του δεν είναι εύκολη διαδικασία. Απαιτεί να αναθεωρήσει βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις. Να αφήσει χώρο για το απρόβλεπτο, το άγνωστο, το ατελές. Να μπορεί να πει: «Δεν ξέρω» χωρίς να ντραπεί. Και να καταλάβει πως η ανθρώπινη ωριμότητα δεν σημαίνει πως ελέγχει τα πάντα — αλλά πως μπορεί να αντέχει την όποια αβεβαιότητα, ακόμα και όταν δεν μπορεί να ελέγξει τίποτα.

 

Όταν ο έλεγχος γίνεται εμπόδιο στη σχέση

Οι σχέσεις, στην πιο αυθεντική τους μορφή, απαιτούν να αφήσουμε κάτι από τον εαυτό μας ελεύθερο. Να μπούμε σε μια δυναμική όπου δεν μπορούμε να προβλέψουμε πλήρως, όπου ο άλλος μπορεί να μας εκπλήξει, να μας ματαιώσει, να μας απογοητεύσει, αλλά και να μας αγγίξει βαθιά. Όμως για έναν άνθρωπο που έχει ταυτίσει την αξία του με τον έλεγχο, η επαφή με το απρόβλεπτο του άλλου φαντάζει τρομακτική.

Στην ψυχοδυναμική θεραπεία βλέπουμε συχνά ανθρώπους που λένε: «Θέλω σχέση, αλλά δεν αντέχω να μην ξέρω τι σκέφτεται ο άλλος» ή «με αγχώνει όταν δεν απαντάει αμέσως». Πίσω από αυτές τις φράσεις δεν υπάρχει μόνο ανασφάλεια, αλλά και ένας βαθύτερος φόβος εγκατάλειψης, απώλειας και αποκάλυψης στον άλλον του ποιος πραγματικά είμαι. Όταν ο άλλος δεν είναι “υπό έλεγχο”, ξυπνούν παλαιότερα τραύματα, ίσως από σχέσεις με γονείς απρόβλεπτους, ασυνεπείς ή απόντες.

Και τότε, αντί να αφεθούμε στη σχέση, τη διαχειριζόμαστε. Προγραμματίζουμε, αναλύουμε, προσπαθούμε να ελέγξουμε το πώς θα μας δει ο άλλος. Δεν λέμε αυτό που νιώθουμε, αλλά αυτό που νομίζουμε ότι πρέπει να πούμε. Κι έτσι, η εγγύτητα χάνεται πίσω από ένα πέπλο στρατηγικής. Μοιάζει ασφαλές, αλλά στην ουσία είναι μοναξιά ντυμένη με διάφορα απειλητικά συνήθως σενάρια.

Όταν δεν αντέχουμε την αβεβαιότητα της σχέσης, χάνουμε την ευκαιρία για αληθινή οικειότητα και εγγύτητα. Η εμπιστοσύνη δεν χτίζεται με προβλέψεις, αλλά με συναισθηματική διαθεσιμότητα: με το να παραδεχτείς ότι δεν ελέγχεις τον άλλον και παρ’ όλα αυτά επιλέγεις να είσαι παρών. Δεν υπάρχει εγγύηση ότι δεν θα πληγωθείς. Υπάρχει, όμως, η πιθανότητα να αγαπήσεις και να αγαπηθείς.

Η υπερβολική ανάγκη για έλεγχο στις σχέσεις είναι στην ουσία μια απόπειρα αποφυγής του πόνου και μιας ενδεχόμενης απώλειας. Όμως, όπως και στη ζωή γενικότερα, έτσι και στις ανθρώπινες σχέσεις, το ρίσκο είναι αναπόφευκτο. Το ζήτημα είναι αν μπορούμε να σταθούμε μέσα σε αυτό, χωρίς να παγώσουμε. Αν μπορούμε να πούμε: «Δεν ξέρω τι θα γίνει, αλλά είμαι εδώ» ή όπως λένε και οι στίχοι του αείμνηστου Νικόλα Παπάζογλου «Θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό». Αυτή είναι μια πράξη θάρρους και αγάπης.

Άγχος

Η ψευδαίσθηση του ελέγχου ως ανακούφιση από το άγχος

Ορισμένοι άνθρωποι δεν αντέχουν την ιδέα του απρόβλεπτου επειδή στο εσωτερικό τους υπάρχει ήδη ένα διαρκές, υπόγειο άγχος. Το χάος του έξω κόσμου τους υπενθυμίζει το χάος που νιώθουν εντός τους. Έτσι, επινοούν “τακτοποιημένες” ζωές, γεμάτες από γνωστές ρουτίνες, λίστες, προβλέψεις και προγραμματισμούς. Δεν είναι απλώς οργανωτικοί, είναι εξαρτημένοι από την τάξη ως αντίδοτο στον υπαρξιακό τους φόβο.

Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την προσωπικότητα, αλλά με τον ψυχισμό ενός ανθρώπου που ίσως μεγάλωσε σε ασταθές ή απειλητικό περιβάλλον. Το παιδί που ζει μέσα στην ασυνέπεια, την απουσία ή το ψυχολογικό χάος, συχνά αναπτύσσει υπερβολικά ελεγχόμενες και, ως εκ τούτου, άκαμπτες στρατηγικές για να επιβιώσει. Όταν νιώθει πως δεν μπορεί να εμπιστευθεί κανέναν, τότε εμπιστεύεται μόνο τον δικό του έλεγχο, όσο ψευδής/επίπλαστος κι αν είναι.

Μεγαλώνοντας, αυτή η στρατηγική εσωτερικεύεται και γίνεται τρόπος ύπαρξης. Η παραμικρή παρέκκλιση από το γνωστό πυροδοτεί άγχος: μια ακύρωση στο πρόγραμμα, μια καθυστέρηση σε ένα μήνυμα, μια απροσδόκητη συμπεριφορά του άλλου. Το άτομο, επειδή δεν μπορεί ελέγχει αυτά τα γεγονότα, θέλει απεγνωσμένα να ελέγξει την εσωτερική του αντίδραση απέναντί τους.

Εδώ γεννιέται η ψευδαίσθηση ότι “αν είμαι αρκετά προνοητικός, δεν θα ξαναπονέσω”. Ότι το να γνωρίζω τα πάντα εκ των προτέρων, το να προετοιμάζομαι για κάθε πιθανό σενάριο, θα με γλιτώσει από την οδύνη. Όμως αυτό δεν ισχύει. Η ζωή δεν λειτουργεί έτσι. Και το τίμημα για αυτή την ψευδαίσθηση είναι βαρύ: με τον τρόπο αυτόν, χάνουμε την ψυχική μας ευελιξία, τη χαρά της αυθόρμητης εμπειρίας, τη γνησιότητα του συναισθήματος.

Η ανακούφιση από το άγχος, μέσα από τον έλεγχο, είναι πρόσκαιρη και επιφανειακή. Γιατί το πραγματικό άγχος βρίσκεται στο ότι δεν νιώθουμε εσωτερικά ασφαλείς. Όσο κι αν προσπαθούμε να τακτοποιήσουμε τον έξω κόσμο, αν μέσα μας κυριαρχεί η ανασφάλεια, πάντα κάτι θα μας ξεβολεύει. Και θα επιστρέφουμε ξανά και ξανά στη ματαίωση.

Η αληθινή ασφάλεια δεν προκύπτει από τον απόλυτο έλεγχο. Προκύπτει όταν μπορούμε να είμαστε μέσα στο χάος χωρίς να διαλυόμαστε. Όταν χτίζουμε ανθεκτικότητα, όχι τελειότητα. Όταν μαθαίνουμε πως η ζωή είναι πιο μεγάλη και πιο άγρια από τα σχέδιά μας.

 

Η απώλεια του ελέγχου ως ευκαιρία μεταμόρφωσης

Κάποιες φορές, η ζωή δεν μας ρωτά. Απλώς σπάει τον έλεγχό μας, για παράδειγμα, με μια ξαφνική απώλεια, μια αποτυχία, μια αρρώστια, έναν χωρισμό. Είναι εκείνες οι στιγμές που καταλαβαίνουμε — όχι διανοητικά, αλλά υπαρξιακά — πως ο έλεγχος που νομίζαμε πως είχαμε ήταν ένα εύθραυστο κατασκεύασμα. Κι όμως, μέσα σε αυτό το σοκ, κρύβεται και μια δυνατότητα: η δυνατότητα της επανασύνδεσης με τον εαυτό μας.

Η απώλεια ελέγχου μπορεί να γίνει μια είσοδος σε έναν πιο αληθινό τρόπο ζωής. Όταν δεν μπορούμε πια να σχεδιάσουμε, να προβλέψουμε, να “κρατήσουμε” τα πράγματα, τότε αρχίζουμε να κοιτάζουμε πιο βαθιά. Όχι τι θα κάνουμε, αλλά ποιοι είμαστε. Όχι τι πετύχαμε, αλλά τι έχει νόημα. Όχι πώς να μην πληγωθούμε, αλλά πώς να ζήσουμε με ειλικρίνεια και να συμφιλιωθούμε με την απώλεια και τον πόνο.

Πολλοί άνθρωποι περιγράφουν ότι, μετά από μια μεγάλη κρίση που ανέτρεψε τη ζωή τους, ένιωσαν τελικά πιο ζωντανοί. Όχι γιατί η απώλεια δεν πόνεσε — αλλά γιατί τους ξύπνησε. Τους έβγαλε από το μούδιασμα μιας ψεύτικης σταθερότητας και τους έφερε πρόσωπο με πρόσωπο με την αλήθεια: ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Κι αυτό μπορεί να είναι τραγικό, αλλά είναι και απελευθερωτικό.

Όταν παραιτούμαστε από την ιδέα ότι μπορούμε να ελέγξουμε τα πάντα, δεν σημαίνει ότι εγκαταλείπουμε τη ζωή μας στην τύχη. Σημαίνει ότι αποδεχόμαστε την ανθρώπινη ευθραυστότητα. Ότι δεν χρειάζεται να τα ξέρουμε όλα για να προχωρήσουμε. Ότι μπορούμε να σταθούμε στο “δεν ξέρω” και να εμπιστευτούμε τη διαδικασία.

Η παράδοση στην πραγματικότητα δεν είναι αδυναμία. Είναι δύναμη. Είναι το σημείο όπου παύουμε να παλεύουμε ενάντια σε αυτό που είναι, και αρχίζουμε να συνεργαζόμαστε με τη ζωή. Και εκεί, γεννιέται κάτι βαθύτερο: όχι η ψευδαίσθηση ελέγχου, αλλά η εμπιστοσύνη στον εαυτό και στη ροή της ζωής.

 

Καταναγκασμοί

Από την ψευδαίσθηση στην εμπιστοσύνη: μια νέα σχέση με την αβεβαιότητα

Η μετάβαση από τον έλεγχο στην εμπιστοσύνη δεν γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη. Είναι μια διαδικασία βαθιάς επανεκπαίδευσης — όχι του μυαλού, αλλά της ψυχής. Σημαίνει να αφήνουμε σιγά σιγά τα στηρίγματα που είχαμε μάθει να θεωρούμε ως απαραίτητα: τις βεβαιότητες, τα σχέδια, τις “ασφαλείς” εκδοχές του εαυτού. Και να τολμούμε να μείνουμε λίγο περισσότερο στο άγνωστο. Στην αναμονή. Στο “δεν ξέρω ακόμα”.

Δεν είναι εύκολο. Όταν έχουμε μάθει να τα ελέγχουμε όλα, το αφεθούμε μοιάζει με πτώση. Στην πραγματικότητα όμως, είναι μια πτώση μέσα στον εαυτό μας. Είναι το σημείο όπου εγκαταλείπουμε την ανάγκη να προβλέπουμε τα πάντα και αρχίζουμε να ακούμε τι μας λέει το σώμα, το συναίσθημα, η ζωή.

Εκεί γεννιέται μια νέα σχέση με τον χρόνο: δεν είναι πια κάτι που πρέπει να κατακτηθεί ή να οργανωθεί, αλλά κάτι που βιώνεται. Μια νέα σχέση με τους ανθρώπους: δεν είναι πια αντικείμενα ελέγχου ή προβλέψιμες μεταβλητές, αλλά ζωντανοί, ατελείς, απρόβλεπτοι συνοδοιπόροι. Και, τελικά, μια νέα σχέση με τον εαυτό: όχι ως εκείνον που έχει πάντα τον έλεγχο, αλλά ως εκείνον που αντέχει να μην τον έχει.

Αυτό δεν σημαίνει παραίτηση. Δεν σημαίνει αδιαφορία ή έλλειψη ευθύνης. Αντίθετα, σημαίνει ότι παύουμε να επενδύουμε όλη μας την ενέργεια στο να αποφεύγουμε τον πόνο και αρχίζουμε να ζούμε παρά τον όποιο πόνο. Σημαίνει ότι καταλαβαίνουμε πως η ασφάλεια δεν είναι να ξέρεις τι θα γίνει, αλλά να ξέρεις πως, ό,τι κι αν γίνει, μπορείς να σταθείς μέσα του και να επιβιώσεις.

Η ψευδής αίσθηση ελέγχου είναι ανακουφιστική, αλλά πολύ περιοριστική. Η εμπιστοσύνη είναι αβέβαιη, αλλά απελευθερωτική. Και ίσως, τελικά, αυτό να είναι το πέρασμα από την ψευδαίσθηση στην ωριμότητα: όχι να ελέγχεις τη ζωή, αλλά να επιτρέπεις στον εαυτό σου να είναι μέρος της. Όχι ως σκηνοθέτης, αλλά ως αληθινός, παρών, ευάλωτος άνθρωπος.

Dr. Σάββας Ν. Σαλπιστής, M.Sc, Ph.D.

Κλινικός Ψυχολόγος Πανεπιστημίου Στοκχόλμης ενηλίκων και παίδων

Διπλωματούχος Ψυχοθεραπευτής

Βασιλικού Ιατροχειρουργικού Ινστιτούτου Karolinska Στοκχόλμης

Για την υπηρεσία online ψυχολόγος (online συνεδρίες) κάντε κλικ ΕΔΩ

Για ραντεβού στο γραφείο του Σάββα Ν. Σαλπιστή Ph.D. κάντε κλικ ΕΔΩ

Προτεινόμενα άθρα

Leave A Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *